- συναπολογήσονται
- συναπολογέομαιjoin in defendingfut ind mp 3rd plσυναπολογέομαιjoin in defendingfut ind mid 3rd pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
συναπολογούμαι — έομαι, Α 1. απολογούμαι από κοινού ή υπερασπίζω κάποιον μαζί με κάποιον άλλον ή κάτι μαζί με κάτι άλλο («οἱ τούτῳ παριόντες... συναπολογήσονται», Δημοσθ.) 2.φρ. «συναπολογοῡμαι τοῑς νόμοις» υπερασπίζω τον εαυτό μου υπερασπίζοντας το κύρος τών… … Dictionary of Greek